Είχαμε πάει το Πάσχα του 2000 στο νησί της γυναίκας μου. Πήγαμε με την μοτοσικλέτα γιατί, λόγο μεγάλης κίνησης δεν βρίσκαμε εισιτήριο για το αυτοκίνητο. Λόγο του ότι πηγαίνουμε πολλά χρόνια εκεί ειχα κάνει μια κουμπαριά αφού ειχα βαφτίσει ένα κοριτσάκι, αλλά και είχα αποκτήσει πολλές γνωριμίες και γνώριζα καλά όλους τους γείτονας. Την δεύτερη μέρα του Πάσχα μαζευτήκαμε στην αυλή με τους κουμπάρους και με άλλες τέσσερις ακόμη φιλικές οικογένειες να πιούμε ένα κρασί. Εκεί ήταν και η μικρότερη αδελφή της βαφτιστήρας μου που την γνώριζα από τότε που γεννήθηκε, μια 17χρονη κοπελιά τότε, με έξω καρδιά και που με αυτήν είχαμε αναπτύξει μεταξύ μας κάποια μεγαλύτερη οικειότητα. Είχε πάει 4 η ώρα και έπρεπε να πάει ο κουμπάρος στην στάνη να ποτίσει τα ζώα που απείχε περίπου 2 χιλιόμετρα.

Με το θάρρος που είχε η κοπελια, μου ζήτησε να την πάω με την μηχανή επειδή της άρεσε, εφόσον της το επέτρεπε και ο πατέρας της. Αφού το ενέκριναν οι κουμπάροι, μετά χαράς την πήρα και φύγαμε. Στην διαδρομή όπως με κράταγε για να στηρίζετε επειδή ο αγροτικός δρόμος ήταν αρκετά ανώμαλος ανάμεσα στα χωράφια, καταλάβαινα ότι με έσφιγγε πέραν όμως του κανονικού αφού είχε ακουμπήσει και το κεφάλι της απάνω μου. Μερικές φορές κατέβαζε το χέρι της πολύ χαμηλά μέχρι σχεδόν τα
Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ...
                                                                                                                                           Μετ. σε ιστοτ.
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΕΔΩ...